Επικοινωνήστε με τον Ιατρό συμπληρώνοντας την παρακάτω φόρμα.
Επικοινωνήστε με τον Ιατρό συμπληρώνοντας την παρακάτω φόρμα.
Γι’ αυτό το λόγο, κάθε ζευγάρι που έχει συμπληρώσει ένα έτος συχνών και ελεύθερων σεξουαλικών επαφών χωρίς επιτυχία, συστήνεται να επισκεφθεί έναν ιατρό για διερεύνηση της υπογονιμότητας. Υπολογίζεται ότι περίπου 8 στα 10 ζευγάρια κάτω των 40 ετών τεκνοποιούν χωρίς προβλήματα σε διάστημα ενός έτους επαφών, ενώ, αντίθετα, 1 στα 7 ζευγάρια αντιμετωπίζει προβλήματα σύλληψης.
Η διερεύνηση της υπογονιμότητας είναι μια διαδικασία που ξεκινάει από την ενημέρωση του ιατρού για σημαντικά ζητήματα που σχετίζονται με την προσωπική σχέση και τη σεξουαλική υγεία του ζευγαριού. Προκειμένου να μπορέσει να δώσει ιατρική βοήθεια, ο ιατρός λαμβάνει από το ζευγάρι πληροφορίες όπως το ιστορικό τεκνοποίησης και αποτυχημένων κυήσεων (παλίνδρομων, εξωμήτριων ή αμβλώσεων), τη συχνότητα των σεξουαλικών επαφών, το είδος της αντισύλληψης που έχει χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν και τη διάρκεια χρήσης του, πιθανά σεξουαλικά προβλήματα, κ.ά. Έπειτα, λαμβάνει ένα πλήρες ατομικό ιατρικό ιστορικό από κάθε μέλος του ζευγαριού, ώστε να μπορέσει να ορίσει το είδος και πλήθος των εξετάσεων που συνιστά να πραγματοποιηθούν για τη διερεύνηση της υπογονιμότητας.
Συνήθεις εξετάσεις για τη διερεύνηση της υπογονιμότητας αποτελούν αιματολογικές εξετάσεις που αφορούν τη γενική κατάσταση της υγείας, ορμονικά ή γενετικά προβλήματα, απεικονιστικές εξετάσεις όπως υπερηχογράφημα, η σαλπιγγογραφία και η υστεροσκόπηση, και μικροβιολογικές εξετάσεις ή εξειδικευμένες εξετάσεις για συγκεκριμένες λοιμώξεις. Ανάλογα με τα ευρήματα των εξετάσεων, ο ιατρός μπορεί να συστήσει λαπαροσκοπική η υστεροσκοπική διερεύνηση για την διάγνωση και την ταυτόχρονη αποκατάσταση παθήσεων ή ανωμαλιών που μπορει να αποτελλούν το αίτιο της υπογονιμότητας, ώστε να καταρτίσει ένα πλάνο θεραπείας.
Ταυτόχρονα με τη διευρεύνηση της υπογονιμότητας της γυναίκας, συνίσταται η διεξαγωγή εξετάσεων και στον άνδρα. Η διερεύνηση της υπογονιμότητας για τον άνδρα συνήθως περιλαμβάνει σπερμοδιάγραμμα, εξέταση της υγείας των όρχεων και προβλημάτων εκσπερμάτισης, αιματολογικές και ορμονικές εξετάσεις.
Κάθε ζευγάρι που μπαίνει σε διαδικασία διερεύνησης της υπογονιμότητας του, πρέπει να έχει κατά νου ότι πολλές από αυτές τις εξετάσεις είναι εξειδικευμένες και πραγματοποιούνται, αφού πρώτα αποκλειστούν άλλες συνηθέστερες αιτίες υπογονιμότητας.
Υπάρχουν δύο είδη υπογονιμότητας:
Τα αίτια της υπογονιμότητας μπορούν να προκληθούν από πολλούς παράγοντες και διαφέρουν σε γυναίκες και άνδρες. Τα αίτια της υπογονιμότητας μπορεί να σχετίζονται με το ατομικό ιατρικό ιστορικό, τη μορφολογία του αναπαραγωγικού συστήματος και τις συνθήκες ζωής του ζευγαριού. Μπορεί να είναι συγγενή ή επίκτητα
Τα σημαντικότερα αίτια της υπογονιμότητας στις γυναίκες είναι:
Η θεραπεία της υπογονιμότητας εξαρτάται από τα αίτια που την προκαλούν και το ιατρικό ιστορικό του ζευγαριού. Οι συνηθέστερες θεραπείες περιλαμβάνουν τη λήψη φαρμακευτικής αγωγής από το ένα ή και τα δύο μέλη του ζευγαριού, λαπαροσκοπικές ή κλασσικές χειρουργικές επεμβάσεις για την θεραπεία διεγνωσμένων παθήσεων ή για τη διόρθωση ανατομικών προβλημάτων του αναπαραγωγικού συστήματος.
Αν τα παραπάνω δεν έχουν αποτέλεσμα μέσα στο χρονοδιάγραμμα που έχει ορίσει ο ιατρός, είναι πιθανό να συστήσει στο ζευγάρι να σκεφθεί την πιθανότητα εναλλακτικών τρόπων σύλληψης και υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Οι συνηθέστεροι εναλλακτικοί τρόποι σύλληψης είναι η εξωσωματική γονιμοποίηση, η σπερματέγχυση, η γονιμοποίηση μέσω δότη σπέρματος ή δότριας ωαρίου και η κύηση μέσω παρένθετης μητέρας.
Συνεπώς, ανάλογα με τις ιατρικές διαδικασίες που απαιτούνται σε κάθε περίπτωση, κάθε ζευγάρι που μπαίνει σε διαδικασία διερεύνησης της υπογονιμότητας του, πρέπει να έχει κατά νου ότι η διαδικασία θεραπείας της υπογονιμότητας πρέπει να είναι εξατομικευμένη.
Το κόστος της διερεύνησης της υπογονιμότητας εξαρτάται από το είδος και το πλήθος των διαγνωστικών εξετάσεων και του πλάνου θεραπείας. Κάποια προβλήματα υπογονιμότητας αντιμετωπίζονται εύκολα και σε σύντομο χρονικό διάστημα μέσω της τήρησης των οδηγιών του ιατρού και της λήψης φαρμακευτικής αγωγής, ενώ άλλα απαιτούν τη διενέργεια εξειδικευμένων εξετάσεων και χειρουργικών επεμβάσεων. Τέλος, σε περιπτώσεις όπου το ζευγάρι λαμβάνει την απόφαση να προχωρήσει σε υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, ανοίγει ένα νέο κύκλο ιατρικών πράξεων που έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες.